Η φύση, το σύμπαν καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να μας βοηθήσουν, και μάλιστα δεν είναι λίγες οι φορές που συνωμοτούν υπέρ του να βρούμε τον δρόμο μας, αρκεί να αναγνωρίζουμε, να αισθανόμαστε και να κατανοούμε τα σημάδια, τους οιωνούς, όσο και αν όλα όσα μας περιβάλλουν φαίνεται να επιβεβαιώνουν το αντίθετο.
Ο άνθρωπος, είναι ένα ον που αναπνέει, αισθάνεται, κινείται μέσα σε έναν κόσμο προσώπων και πραγμάτων, τα οποία πολλές φορές δεν είναι καμωμένα όπως θα τα ήθελε ο νους, το αίσθημα, ο πόθος και η καρδιά του.
Τα πράγματα σε τούτον τον τρισδιάστατο κόσμο, δεν είναι μοιρασμένα με μία διαχωριστική γραμμή, από εδώ το «καλό» και από εκεί το «κακό», αλλά οι δρόμοι τους πολλές φορές διασταυρώνονται. Όπως λοιπόν και να το κάνουμε θα τους περπατήσουμε και τους δύο.
Να αλλάξουμε αυτήν την διττή υλική πραγματικότητα δεν μπορούμε, μιας και η ψυχή μας επέλεξε αυτήν την ενσάρκωση. Αυτή η υλική πραγματικότητα είναι η εμπειρία μας, το μάθημα μας, και αν θέλετε και η σοφία μας.
Εκείνο που μας μένει λοιπόν είναι, να ζυγίσουμε, να ισορροπήσουμε και να ιεραρχήσουμε επάνω στις υλικές αυτές καταστάσεις.
Από το τι θα επιλέξουμε, ποιο θα θεωρήσουμε περισσότερο ή λιγότερο επιθυμητό, θα προσδιοριστεί η ηθική μας ποιότητα, το Αγαθόν μας.
Μέσα λοιπόν σε αυτόν τον κόσμο της δικής μας φυσικής πραγματικότητας (είτε είναι αληθινός είτε όχι σύμφωνα με την κβαντική), που πολλές φορές δεν ανταποκρίνεται στις αξιώσεις μας, θα ζήσουμε και θα γράψουμε την μικρή ή την μεγάλη ιστορία μας.
Θα προσπαθήσουμε για το καλλίτερο, τους σκοπούς μας, τα ιδανικά μας, εξαντλώντας όλα τα περιθώρια που μας δόθηκαν, ώστε να μείνουμε αγνοί στην καρδιά και καθαροί στα χέρια. Να μείνουμε δηλαδή «νέοι», με την μεταφορική πάντα έννοια. Το βέβαιο είναι ότι το «απόλυτο» για εμάς τα ανθρώπινα πλάσματα δεν υπάρχει.
Ένα αρμονικό κομμάτι που αγγίζει τα κράσπεδα του απόλυτου, αυτής της γήινης ζωής, που αν και πολλοί δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει, και με το οποίο είμαστε συνδεδεμένοι, είτε το αναγνωρίζουμε είτε όχι, είναι η Φύση.
Μία φύση γεμάτη μυστήρια, φαινόμενα, σιωπηλούς άγραφους νόμους, μία φύση «εν τάξει», μία φύση που προσπαθεί να μας διοχετεύσει τις ευεργετικές της ενέργειες και δονήσεις.
Και ενώ, μπορούμε να απλώσουμε τα χέρια και να δεχθούμε την αφθονία της, να γευτούμε μαζί της το μεγαλύτερο δώρο που μας δόθηκε, την Ζωή, εναρμονισμένοι με τους ρυθμούς της, να διδαχθούμε από αυτήν, εντούτοις, προσπαθούμε με λάθος τρόπο να την επί-κυριαρχήσουμε.
Πως; Καταστρέφοντας την, προκαλώντας της ανισορροπία, μόνο και μόνο για να αποδείξουμε ότι είμαστε δυνατότεροι από αυτήν.
Εναντιωνόμαστε στην φυσική ροή και τάξη και εκεί, επάνω στην καταστροφή, στην διαταραχή, στην ανισορροπία θέλουμε να χτίσουμε το αύριο. Και όχι μόνο το θέλουμε, αλλά υπερηφανευόμαστε για αυτό μας το ανδραγάθημα.
Από την άλλη πλευρά όμως, αυτοαποκαλούμαστε «θεϊκά παιδιά», «παιδιά των αστεριών του σύμπαντος κόσμου», ξεχνώντας ότι η Φύση ανήκει και αυτή στον σύμπαντα κόσμο, και μάλιστα είναι η «θηλυκή εκδήλωση του Θεού επάνω στην Γη».
Ξεχνούμε την διαταραχή των φυσικών νόμων, την οποία πολλές φορές προκαλούμε εμείς οι ίδιοι, αλλά παρόλα αυτά αναζητούμε μέσα σε αυτήν την ανισορροπία μία ζωή ήρεμη, γαλήνια, απαλλαγμένη από δεινά. Αυτό, σύμφωνα με τους συμπαντικούς, φυσικούς νόμους είναι ανέφικτο.
Αντί να σπουδάζουμε τα φαινόμενα της, ανακαλύπτοντας τους θησαυρούς της, αντί να συμβαδίζουμε με τις φυσικές ροές των πραγμάτων και των καταστάσεων, εναρμονίζοντας τους εαυτούς μας με τους φυσικούς, συμπαντικούς της ρυθμούς, ορθωνόμαστε μπροστά της με την υπεροψία της «θεϊκής μας καταγωγής» και θεωρούμε ότι η φύση, ως υποδεέστερη, υπάρχει για να μας υπηρετεί.
Η φύση είναι σοφή, και δεν είναι λίγες οι φορές που εκείνη ξέρει τι ταιριάζει καλύτερα στον καθένα από εμάς, χαρίζοντας τις περισσότερες φορές αποτελέσματα πιο ταιριαστά ή τέλος πάντων τέτοια που για κάποια αιτία θα πρέπει να δοθούν.
Αλλά εδώ, ο άνθρωπος, και πάλι θα προβάλλει αντίσταση, διότι, αφενός δεν κατανοεί τα δώρα της φύσης, αφετέρου τα φυσικά αποτελέσματα δεν συμβαδίζουν με το χθόνιο Εγώ του.
Για να φτάσουμε όμως στο σημείο να εναρμονιζόμαστε με τους συμπαντικούς νόμους και ρυθμούς της φύσης, θα πρέπει πρώτα να έχουμε φροντίσει για την προσωπική μας αρμονία και ισορροπία και όχι να περιμένουμε να μας ισορροπήσει η φύση (εξωτερική παρέμβαση).
Αυτό βέβαια είναι ένα μονοπάτι δύσκολο, διότι θα πρέπει καταρχήν να ισοσταθμίσουμε τις αντιδρώσες δυνάμεις που παλεύουν μέσα μας (εσωτερικές συγκρούσεις).
Οφείλουμε να βρούμε την χρυσή τομή ανάμεσα στις αντιφάσεις και τα αντίθετα. Να ισορροπήσουμε το θετικό με το αρνητικό, να υποτάξουμε το ψέμα στην αλήθεια, να μετατρέψουμε την δυστυχία σε ευτυχία, να τροποποιήσουμε τα «ελαττώματα» σε «προτερήματα», να μετουσιώσουμε την υποκρισία και να τοποθετήσουμε στην θέση της την φιλότητα, τον έρωτα και την αποδοχή, να διορθώσουμε την τυχόν δυσαρμονία σε αρμονία και τέλος να μετουσιώσουμε το σκοτάδι σε Φως.
Καθώς ξεκινάμε το ταξίδι μας για την αναζήτηση της Αλήθειας, θα πρέπει πρώτα να έχουμε ανακαλύψει την προσωπική μας αλήθεια, την δική μας φυσική πραγματικότητα ξεκινώντας έναν τίμιο και δίκαιο αγώνα με τον εαυτό μας, που θα μοιάζει να δίνεται επάνω σε μία σκακιέρα.
Στο παιχνίδι αυτό, οφείλουμε να τιθασεύσουμε το «παλαιό εγώ» ανακατασκευάζοντας ένα «νέο εγώ» ένα «μετουσιωμένο εγώ».
Όταν κατορθώσουμε τελικά να χτίσουμε γερά θεμέλια, νέες σταθερές εστίες και βάσεις για το νέο προσωπικό μας οικοδόμημα, δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε να δώσουμε φιλικά το χέρι στο «παλαιό», χτίζοντας έτσι την γέφυρα της συμφιλίωσης με το «νέο», υποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο ότι δεν το απαρνηθήκαμε, δεν το στραγγαλίσαμε, απλώς το μετουσιώσαμε, το ισορροπήσαμε, το εναρμονίσαμε.
Στο κάτω-κάτω, το «παλαιό» είναι ένα κομμάτι μας, ένα ψυχικό μας κομμάτι, είναι εκείνο που θα στηρίξει με την εμπειρία του και την σοφία του το «νέο» μέσα από τις εμπειρίες και τα λάθη-μαθήματα που βιώσαμε.
Αυτό βέβαια συμφωνεί με την θεωρία του Wirth, που λέει: «για να προετοιμάσεις την ανθρωπότητα για δρόμους της προόδου, πρέπει πρώτα να αξιολογήσεις τα μαθήματα της ιστορίας».
Με άλλα λόγια, «για να προετοιμάσεις τον εαυτό σου για την νέα σου χρονογραμμή, πρέπει πρώτα να αξιολογήσεις τα μαθήματα της παλαιάς».
Διαθέτοντας ως πρωταρχικά στοιχεία, για την αναζήτηση της Αλήθειας, την θέληση, την πίστη και την εμπειρία, ειδικά την εμπειρία ως ανάμνηση όπως μας λέει και ο Πλάτωνας, τίθεται το ερώτημα: «Από πού ξεκινάμε;».
Κατά την γνώμη μου ξεκινάμε από το Χάος, ξεκινάμε από την χαοτική σιγή. Από το Σσσσσσσσσσσσσσσσσσσς, το σούρσιμο του Οφίωνα επάνω στο Κοσμικό Αυγό της Ευρυνόμης και το επτάκυκλο τύλιγμα του επάνω σε αυτό.
Είναι το σημείο από όπου ξεκίνησε και η δημιουργική δύναμη, ανοικοδομώντας το Σύμπαν, φέρνοντας την τάξη και την αρμονία.
Αν συνειδητοποιήσουμε ότι διαθέτουμε και εμείς την ίδια δημιουργική δύναμη, τότε το έργο μας απλουστεύεται. Αυτή η δημιουργική δύναμη υπάρχει στον νου μας και σαν νοήμονα πλάσματα μπορούμε να την κατευθύνουμε ανάλογα με την φύση και τον χαρακτήρα των σκέψεων μας και των συναισθημάτων μας. Η αναδημιουργία της εσωτερικής και κατ’ επέκταση της εξωτερικής μας υπόστασης υφίσταται σε άμεση αναλογία με τον βαθμό του οραματισμού και της πίστης μας.
Οι Αρχαίοι πίστευαν ότι τα πάντα προήλθαν από το Χάος. Η απόλυτη μονάδα, χαρακτηριστικό της Πρώτης Δημιουργικής Αρχής, καθώς δεν διαχωρίζεται, δύναται να γίνει αντιληπτή ως το Κενό ή το Μηδέν.
Η ίδια Μονάδα εμπεριέχει το Μηδέν, τον Μεταμορφωτικό Χώρο. Είναι η Άβυσσος, η Νύχτα ή το Χάος των Κοσμογονιών. Και ο «Επτάκυκλος» του βορεινού Οφίωνα σηματοδοτεί το «Επτά», που εμπεριέχει την «κρυμμένη μονάδα της Δημιουργίας», σύμφωνα με τα Δελφικά Μυστήρια του Απόλλωνα.
Ο Ησίοδος αναφέρει ότι : «η Γη εμφανίζεται μετά το Χάος. Το Χάος είναι ένα διάστημα «εν σπέρματι», που εμπεριέχει όλα όσα θα αποτελέσουν το Σύμπαν.
Πρώτα γέννησε το Έρεβος, την υπόγεια περιοχή, που σύμφωνα με την αντίληψη των αρχαίων εκτεινόταν κάτω από την Γη, τόσο μακριά, όσο ο Ουρανός πάνω στον πλανήτη μας, και την Νύχτα.
Το Έρεβος και η Νύχτα γεννούν με την σειρά τους τον Αιθέρα, προσωποποίηση του Ουράνιου Αέρα, που περιβάλλει την Γη, δεσπόζοντας την, και την Ημέρα.
Έτσι το χάος είναι η απαρχή όλων των πραγμάτων και χωρίς βοήθεια γεννάει το Έρεβος και την Νύχτα».
Αυτό είναι το πρωταρχικό, δημιουργικό στοιχείο σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία.
Μέσα από το Χάος προήλθαν οι μορφές της φύσης, οι οποίες εκδηλώθηκαν βασιζόμενες στον νόμο της κίνησης και στον νόμο της γονιμότητας.
Στο δε εσωτερικό σύμπαν της κάθε μορφής, που η προβολή του πέρα από τα δαχτυλίδια του Κρόνου είναι η μορφή του εξωτερικού σύμπαντος, επικρατεί το Χάος, το οποίο τείνει να μεταμορφωθεί βασιζόμενο στον νόμο της ισορροπίας και της αρμονίας.
Υιοθετώντας την τέχνη του συλλογισμού, ως σκεπτόμενα όντα, μέσα από την απόλυτη σιωπή, τοποθετούμε τον εαυτό μας στην θέση της Ψυχής-Κόρης Περσεφόνης, που συμβολίζει τον σπόρο που μπαίνει μέσα στην Γη, σαπίζει και αναγεννάτε για να ανθίσει την Άνοιξη, όταν ο Απόλλωνας επιστρέφει από την Υπερβόρεια πατρίδα του.
Απομονωμένοι και βυθισμένοι μέσα στην σιωπή των συλλογισμών μας, έχουμε την δυνατότητα να μετουσιώσουμε κάθε εσφαλμένη σκέψη που αποπροσανατολίζει, αφήνοντας μέσα στην Γη όλα τα γήινα συναισθήματα του φόβου, της μνησικακίας, του μίσους και της καχυποψίας.
Η παραμονή μας μέσα στην σιωπή των συλλογισμών μας, συμβολίζει την κάθοδο μας τον λαβύρινθο της συνείδησης μας, όπου οφείλουμε να μεταλλάξουμε ορισμένες υλικές ουσίες, γινόμαστε αλχημιστές και εγκαταλείπουμε τα χαμηλής δόνησης στοιχεία των υλικών ουσιών μέσα στην Γη.
Οφείλουμε να αφήσουμε πίσω μας πράγματα και ιδέες που μας κρατούν δέσμιους με το παρελθόν και μας εμποδίζουν να ανθίσουμε σε έναν πιο λαμπερό κόσμο, επιλέγοντας το νέο μας μονοπάτι.
Δίνοντας ένα προβάδισμα στην δημιουργική μας φαντασία, ενώ βρισκόμαστε μέσα στην απόλυτη σιωπή των συλλογισμών μας με μοναδικό αμυδρό φως της ανθρώπινης συνείδησης μας, μοιάζουμε με την Ψυχή Κόρη Περσεφόνη, που οδηγείται μέσα από τα σκοτεινά μονοπάτια του Άδη προς την έξοδο υπό το φως του δαυλού της Εκάτης.
Καθώς λοιπόν βρισκόμαστε σε αυτήν την απόλυτη σιωπή, ας φανταστούμε έναν καθρέφτη, σαν αυτόν που κοιταζόταν ο θεός Διόνυσος λίγο πριν τον τεμαχίσουν οι Τιτάνες.
Πάνω σε αυτό το υλικό όργανο, στο οποίο κατοπτρίζεται το είδωλο μας αντίστροφα, εάν παρατηρήσουμε προσεκτικά, εστιασμένα και με επιμονή μέσα σε ένα σκοτεινό ή ημισκοτεινό δωμάτιο, μπορεί να διακρίνουμε μία δυσαναλογία στην μορφή μας.
Αυτό όμως δεν είναι κάτι που αντιπροσωπεύει την ουσία στην εξωτερική μας μορφή., ούτε είναι κάποια άλλη οντότητα που πολλοί μπορούν να θεωρήσουν.
Είναι αποτέλεσμα της δυσαρμονίας που επικρατεί στον εσωτερικό μας κόσμο. Ας μην πέσουμε στην χθόνια πλάνη που μας υπαγορεύει να διορθώσουμε πρώτα την εξωτερική ομορφιά, αυτό που βλέπουν τα φυσικά μας μάτια στον καθρέφτη.
Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι ο εσωτερικός καλλωπισμός, η εσωτερική μας Αφροδίτη, ξεκινώντας από την ισορροπία των δυνάμεων που παλεύουν μέσα μας, με την βοήθεια του θεϊκού ισορροπιστή Άρη, στοιχεί που θα συντελέσει στο καθαρό βλέμμα των ματιών της ψυχής μας, δηλαδή στην «ενόραση».
Παράδειγμα στην προκειμένη περίπτωση είναι ο φόβος μερικών από εμάς για το σκοτάδι. Αυτό μπορεί να συμβαίνει διότι δεν διαθέτουμε την απαραίτητη ενέργεια εσωτερικής αρμονίας ώστε να μπορέσουμε να ισορροπήσουμε τον φόβο του σκότους με την γαλήνη του φωτός.
Αν εκείνη την στιγμή εμπεδώσουμε ότι μετά το σκοτάδι της νύχτας, έρχεται πάντα το φως της ημέρας, θα κατορθώσουμε να αποδεχθούμε και να ελέγξουμε, την σκοτεινή, σκιώδη για την ακρίβεια, περιοχή της ύπαρξης μας.
Δεν υπάρχει μόνο ο Ήλιος υπάρχει και το κάτοπτρο της Σελήνης. Δεν υπάρχει μόνο το άσπρο αλλά υπάρχει και το μαύρο, και στην τελική, σκοτάδι αυτό καθαυτό δεν υπάρχει. Είναι μόνο η έλλειψη δυνατού φωτός.
Ακόμα και μία ασέληνη νύχτα, όταν δεν βλέπουμε το Φεγγάρι, μας φέγγουν τα αστέρια μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Ακόμα και όταν υπάρχει συννεφιά, το αστρικό φως έχει την ιδιότητα να διαπερνά απαλά τα γκρίζα σύννεφα.
Συνεπώς, σκοτάδι ολοκληρωτικό δεν υπάρχει, και αν κάποια στιγμή υπάρξει λόγω συγκεκριμένων συνθηκών, μπορούμε από μόνοι μας να ανοίξουμε τον εσωτερικό διακόπτη του φαναριού του Κρόνου που φέρουμε μέσα μας (διότι εγγεγραμμένα στο dna μας είναι όλα τα Αρχέτυπα και όχι τα «κατ’ επιλογή», που η λάμψη του δεν διασκορπίζεται εξωτερικά παρά φέγγει μόνο εσωτερικά και καθοδηγεί από την εσωτερική Εστία.
Η Αυτογνωσία, το Γνώθι Σε Αυτόν είναι το πιο δύσκολο κομμάτι του επίγειου σκοπού μας, χρειάζεται αρκετή ψυχική δύναμη, διότι όλα τα «άσχημα», όλα τα ελαττώματα μας θα αποκαλυφθούν, θα βγουν στην επιφάνεια για να μετουσιωθούν αργότερα από της Απολλώνιες ακτίνες του Ήλιου.
Ο Κοέλιο σχετικά με την αυτοκριτική, στο εγχειρίδιο του: «ο πολεμιστής του Φωτός» αναφέρει ότι, «δεν ενοχοποιούμε τον εαυτό μας για τις απερίσκεπτες κινήσεις του, ούτε περνάμε την ζωή μας ζητώντας συγνώμη για τα λάθη που κάναμε, διότι με αυτόν τον τρόπο δεν θα διορθώσουμε ποτέ τον δρόμο μας. Για να κρίνουμε τα αποτελέσματα των πράξεων μας, βασιζόμαστε στην κοινή λογική και όχι στις προθέσεις που είχαμε όταν τα κάναμε. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη της κάθε πράξης μας, αν και πληρώνουμε υψηλό τίμημα για τα λάθη, αρκετές φορές».
Ένα παλιό ρητό λέει: «το δέντρο κρίνεται από τους καρπούς του και όχι από τις ρίζες του», αλλά ένα άλλο λέει: «όσο πιο βαθιές είναι οι ρίζες του δέντρου στην γη, τόσο ψηλότερα φθάνει ο κορμός του».
Πράγμα που σημαίνει ότι, όσο πιο μεγάλη γείωση έχουμε με την Μητέρα Γη τόσο πιο πολύ πλησιάζουμε τον Πατέρα Ουρανό.
Τι ακριβώς όμως είναι το «ελάττωμα;». Οι Ελληνικές λέξεις κρύβουν μέσα τους ένα βαθύτερο νόημα, άλλες πάλι ένα σύμβολο, άλλες μία αλήθεια, και άλλες μία λύση σε κάτι που προσδιορίζουν όπως συμβαίνει και με την λέξη «ελάττωμα».
«Ελάττωμα» σημαίνει, πράγμα η ιδιότητα που η παρουσία του προσδιορίζει μία ατέλεια, μία δυσαρμονία, ένα μειονέκτημα.
Αν προσέξουμε όμως καλά μέσα στην λέξη «ελάττωμα» εμπεριέχεται η λέξη «ελαττώ» ή «ελαττώνω», που σημαίνει «κάνω κάτι μικρότερο ή λιγότερο, σμικρύνω ή λιγοστεύω».
Στην προκειμένη περίπτωση το «ελάττωμα» μικραίνει το ενεργειακό πεδίο του ανθρώπου.
Όμως τα πάντα στην ύλη είναι διττά και ένα νόμισμα έχει δύο όψεις. Έτσι λοιπόν, ας το δούμε και από την δεύτερη όψη με πιο ανοικτό πνεύμα.
Εάν το δούμε έτσι, μας δίνεται η δυνατότητα να «σμικρύνουμε ή να απομονώσουμε το ελάττωμα, χρησιμοποιώντας την ίδια εσωτερική του δύναμη, που την εισπράττουμε από την συμπεριλαμβανομένη λέξη «ελάττωση», διττής σημασίας.
Αναδημιουργώντας δηλαδή το εσωτερικό του ελαττώματος, τον πυρήνα του, το ελαχιστοποιούμαι, μετατρέποντας τα χαμηλής δόνησης στοιχεία του σε υψηλής δόνησης, αλλά, δεν καταργούμε τελείως την ύπαρξη του .
Και δεν πρέπει να την καταργήσουμε, διότι ενώ εμείς συνεχίζουμε την ανέλιξη μας στην κλίμακα της γνώσης και της σοφίας, αν το «ελάττωμα» συνεχίζει να υφίσταται, αδρανοποιημένο και ως απλή μη ενεργή πληροφορία», σχεδόν απομονωμένο, μας κάνει πιο προσεκτικούς, πιο συνετούς, πιο δυνατούς και πιο σοφούς.
Εάν θεωρήσουμε το «ελάττωμα» ως ένα μάθημα, εάν κατανοήσουμε τις ρίζες της αιτίας του, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η μετουσίωση του θα επέλθει.
Εξάλλου το μαύρο δεν μπορεί να υπάρξει εάν δεν υπάρχει στον αντίποδα το λευκό, και το λευκό δεν μπορεί να υπάρξει μόνο του, διότι έτσι θα έχανε την ιδιότητα του να εφιστά την προσοχή για το μαύρο και να καθιστά τον άνθρωπο ικανό να ισορροπήσει ανάμεσα στα αντίθετα, οδηγώντας τον και πάλι με μαθηματική ακρίβεια, στην ολοκληρωτική ένωση του με την Μονάδα, ως Εν.
Διότι εάν δεν υπήρχαν τα αντίθετα, τότε η ένωση όλων στην τελική Μονάδα, δεν θα είχε νόημα και ούτε θα υφίστατο.
Κατά την γνώμη μου εδώ θα πρέπει να προσέξουμε μία λεπτομέρεια. Για να κατανοήσουμε τα ελαττώματα και να κατορθώσουμε να τα τροποποιήσουμε σε προτερήματα, θα πρέπει πρώτα από όλα να παραδεχτούμε την ύπαρξη τους, προτρέποντας τα να εμφανιστούν, μετά να τα αναλύσουμε και γιατί όχι να τα αποδεχθούμε, αι κατόπιν να τα μετουσιώσουμε.
Ως πρώτο βήμα, ας αποδεχθούμε το εξωτερικό, υλικό μας σώμα, όποιο και αν είναι, ότι ατέλεια και αν έχει, επίκτητη ή μη. Το τέλειο πρότυπο του σώματος μας, εμπεριέχεται μέσα στον νου μας. Οποιαδήποτε ατέλεια έχει εκδηλωθεί ή εκδηλώνεται είναι αποτέλεσμα δυσαρμονικής σκέψης και λανθασμένης δικής μας επεξεργασίας απέναντι στους συμπαντικούς νόμους.
Αν το σώμα έχει ατέλειες επίκτητες, αυτό είναι και πάλι αποτέλεσμα μία υλικής αιτίας, ίσως προηγούμενων ενσαρκώσεων, και δεν έγινε με καμία «θεϊκή επιταγή».
Επειδή όμως το φυσικό μας σώμα δεν παύει να είναι και το προσωπικό μας όχημα, ο προσωπικός μας ναός, έχουμε και εμείς υποχρέωση απέναντι του.
Αφού λοιπόν έχουμε αποδεχθεί το φυσικό μας σώμα, ας προχωρήσουμε με την βοήθεια του εσωτερικού διαλογισμού, στην εξερεύνηση του βάθους της ύπαρξης μας. Από το εσωτερικό μας χάος ξεκινάμε να λαξεύουμε σωστά και με υπομονή τους λίθους τις εσωτερικής μας δομής, αποκτώντας έτσι εσωτερική μας γεωμέτρηση φέρνοντας την τάξη και την αρμονία στον εσώτερο εαυτό μας, σταματώντας τις εσωτερικές συγκρούσεις, αφού τις κατανοήσουμε πρώτα, ανοίγοντας και φωτίζοντας το μονοπάτι στην μέχρι τώρα αποπροσανατολισμένη μας ψυχή.
Η ζέστη της φλόγας που θα αισθανθούμε κάποια στιγμή δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ενέργεια της φιλότητας και της ευδαιμονίας, η οποία αφού έχει κατακτήσει και ισορροπήσει τον εσωτερικό μικρόκοσμο του σύμπαντος που επικρατεί μέσα μας, καταλαμβάνει και το εξωτερικό κέλυφος, το φυσικό μας σώμα, εμπλουτίζοντας το με φωτεινή - καθάρια ακτινοβολία απαλλάσσοντας το δε από τις «μαύρες κηλίδες» που βρωμίζουν την αύρα και θωρακίζοντας το απέναντι στα εμπόδια και τις αντιξοότητες της σημερινής εποχής.
Αυτή η εσωτερική αρμονία είναι το προσωπικό μας κάλλος. Είναι η Ουράνια Αφροδίτη που αφυπνίζεται στην εσωτερική μας δομή. Η μορφή γαληνεύει, γλυκαίνει και η οποιαδήποτε ατέλεια του φθαρτού σώματος μοιάζει σαν ένας κόκκος άμμου σε μία απέραντη όμορφη ακρογιαλιά.
Δεν θα πρέπει ωστόσο να αγνοήσουμε το γεγονός ότι στο δρόμο μας παρουσιάζονται εμπόδια, που αν δεν προσέξουμε, μπορούν να μας εγκλωβίσουν μέσα στα ελαττώματά μας, ανακόβοντας έτσι την πορεία μας.
Η αδυναμία αντιμετώπισης (η έλλειψη της ανδρείας της ψυχής) διαφόρων εμποδίων και καταστάσεων, και η οποία οφείλεται στην έλλειψη ψυχικής δύναμης και θάρρους, ευθύνεται πολλές φορές για την εμφάνιση των ελαττωμάτων.
Αν το φιλοσοφήσουμε λίγο, τα διάφορα εμπόδια παρουσιάζονται για κάποια αιτία. Σκοπός τους είναι να μας κάνουν πιο δυνατούς και όχι να μας παρεκκλίνουν από την πορεία μας. Αρκεί να ενεργοποιήσουμε την εσωτερική μας ιδιότητα ως σκεπτόμενα όντα.
Κάθε εμπόδιο όμως, περικλείει μέσα του μία παγίδα και κάθε παγίδα προτρέπει ή καλύτερα εντείνει την εμφάνιση ή την αύξηση κάποιας ανθρώπινης αδυναμίας, την οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε.
Μία από τις βολικές αδυναμίες του ανθρώπου είναι να αποδίδει σε εξωτερικά αίτια αυτές τις μεταβολές που γίνονται μέσα του. Αλλάζει ξαφνικά και απότομα τη στάση του απέναντι στη ζωή μα και στον κόσμο.
Η αλλαγή αυτή είναι το κάτοπτρο του πνεύματος του. Και αντί, να κοιτάξει πρώτα μέσα του να βρει τι μετακινήθηκε και έγινε η ανατροπή , αναζητά έξω στο βασίλειο των υλικών στοιχείων ή στην απρόσωπη μάζα του συλλογικού βίου «τις δυνάμεις» που μπορούν να θεωρηθούν υπαίτιες, άρα και υπεύθυνες για την ανατροπή.
Με αυτόν τον τρόπο, μεταθέτοντας τις ευθύνες του, τοποθετεί από μόνος του φραγμούς και δημιουργεί περισσότερα εμπόδια απ’ ότι του παρουσιάστηκαν. Εγκλωβίζεται μέσα στις αδυναμίες και τα ελαττώματά του και κάνει πίσω, ενώ έχει την απατηλή αίσθηση ότι πηγαίνει μπροστά, σε αρκετές περιπτώσεις.
Δεν αντιλαμβάνεται όμως ότι βαδίζει ευθεία σε έναν επίπεδο κόσμο, και ότι έχει την απατηλή αίσθηση ότι «ίπταται προς τα άνω».
Στην ουσία των πραγμάτων τα εμπόδια είναι σημεία στην πορεία μας που παίζουν τον ρόλο του καθρέφτη των μυστικών μας σκέψεων και των παθών μας, ωθώντας τον νου μας να διαμορφώνει δελεαστικές εικόνες, οι οποίες παρουσιάζονται με την ιδιότητα του χαμαιλέοντα και μας προσφέρουν αυτό που από ένστικτο επιθυμούμε μεν, αλλά που προσπαθούμε να αποφύγουμε δε.
Με αυτό τον τρόπο όμως εγκλωβιζόμαστε στο σημείο με αποτέλεσμα την ψυχική φθορά. Δημιουργούμε εμπόδια που μας παρεκκλίνουν από την πορεία μας, προτρέποντας μας στον δρόμο των υλικών απολαύσεων και των ενστίκτων.
Όμως μέσα σε αυτό το τρομερό ζώο που λέγεται άνθρωπος, υπάρχει ένας σκληρός πυρήνας που αντιστέκεται θριαμβευτικά στην φθορά. Σε οποιοδήποτε σημείο της φάλαγγας και αν βρισκόμαστε ας δεχθούμε τις ευθύνες μας.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι αν δεν οπλισθούμε με την δόνηση της δημιουργικής λογικής, της συνείδησης, της συνειδητότητας, την ηθική αξία του καθήκοντος, χάνουμε τον προσανατολισμό μας και ακολουθούμε τον εύκολο παράδρομο που ανοίγεται δίπλα στο εμπόδιο που παρουσιάστηκε. Και έτσι αντί να μετουσιώσουμε τα εμπόδια, μετουσιώνοντας συγχρόνως και τα ελαττώματά μας, τα αυξάνουμε.
Το ελάττωμα γενικά προκαλεί δυσαρμονία ανάμεσα στις ικανότητες, τα αισθήματα και τις ιδέες. Δημιουργεί διαταραχή σε ότι λέμε και σε ότι πράττουμε, με αποτέλεσμα να μη είμαστε αφενός ποτέ σε αρμονία με τον εαυτό μας και κατ’ επέκταση ούτε με τους άλλους, και αφετέρου να μην μπορούμε να εναρμονιστούμε με τους συμπαντικούς ρυθμούς.
Για να μετουσιώσουμε το ελάττωμα δεν θα πρέπει να το θάβουμε, να το κρύβουμε αλλά να το επικαλεστούμε, να το παραδεχθούμε, να το εμφανίσουμε.
Ο Wirth, αναφέρει ότι στο έργο «Ο πειράζων δαίμονας» του Φάουστ, ο Μεφιστοφελής, καταστρέφει κάθε βεβαιότητα και υποχρεώνει το πνεύμα να ζητάει αδιάκοπα μία αλήθεια που διαρκώς του διαφεύγει. Υποστηρίζει δε ότι «ο άνθρωπος δύναται να εξορκίσει τον δαίμονα αφού προηγουμένως τον έχει επικαλεστεί να εμφανιστεί».
Μετουσιώνοντας τα ελαττώματα μας αρχίζουμε να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας, διότι για να εμπιστευτούμε κάποιον, έστω και αν πρόκειται για εμάς τους ίδιους, οφείλουμε να γνωρίσουμε πρώτα τα ελαττώματά του.
Εάν αυτό δεν το κατορθώσουμε συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στην δυσαρμονία και την αβεβαιότητα, χάνοντας τον προσανατολισμό μας, ακολουθώντας ένα απατηλό φως για το οποίο έχουμε αφενός την ψευδαίσθηση ότι είναι το πραγματικό και αφετέρου πολλές φορές προσπαθούμε να πείσουμε και άλλους να το ακολουθήσουν.
Αυτή η δυσαρμονία μας κάνει να χάνουμε τα αντιστύλιά μας, τον άξονα της υπόστασής μας και γινόμαστε μεμψίμοιροι, βαρύθυμοι και κακεντρεχείς. Βαδίζουμε με το κεφάλι σκυφτό, με καρδιά κλειστή, σκοτεινή, δίχως χαρά, δίχως καλοσύνη. Μέσα μας δεν υπάρχει φως και αρμονία. Αλλά διχασμός, τύψεις και ερημιά.
Χάνουμε την ελευθερία και την χαρά της ζωής και αναγκαζόμαστε να κάνουμε πράγματα που δεν επιθυμούμε στην ουσία. Έτσι γινόμαστε συνένοχοι της ίδιας μας της δυστυχίας.
Με αυτό τον τρόπο καταστρέφουμε μαζί με την ψυχική και τη σωματική μας επάρκεια και αντοχή. Γινόμαστε μίζεροι, μισαλλόδοξοι, κακοί, καχύποπτοι. Έχουμε χάσει μαζί με τη χαρά της ζωής και την αγάπη για τον συνάνθρωπο.
Επειδή δεν μπορούμε να υπερνικήσουμε την αντίφαση που μας φθείρει, νιώθουμε πικραμένοι και απογοητευμένοι. Τα βάζουμε με τους άλλους με μία επιθετικότητα, κακεντρέχεια, μίσος που μένουν ανεξήγητα.
Είμαστε δυσαρεστημένοι και αντιπαθούμε τους άλλους διότι κατά βάθος είμαστε δυσαρεστημένοι και αντιπαθούμε τον ίδιο μας τον εαυτό. Γινόμαστε δέσμιοι των παθών μας και των ελαττωμάτων μας.
Καταλήγουμε απελπισμένοι και δυστυχισμένοι. Με την δυστυχία και την απελπισία όμως δεν μπορούμε να οικοδομήσουμε. Ζούμε μέσα στην ηττοπάθεια που αναχαιτίζει τις προθέσεις μας και μεγαλώνει την σύγχυση.
Πως όμως μπορούμε να ελπίζουμε στην ανέλιξή μας εάν δεν ταυτιστούμε εσωτερικά με την διάσταση της ύπαρξής μας;
Αναμφίβολα όλη μας η ζωή είναι ένα μεγάλο σχολείο που μας διδάσκει μέσα από τις εμπειρίες και μας βοηθά να διορθώσουμε λάθη του μακρινού παρελθόντος που ζουν σαν στοιχειωμένες αναμνήσεις στο μυαλό μας. Αλλά και όλη μας η ζωή δεν είναι παρά μία εμπειρία.
Καθώς ψάχνουμε μέσα στα γήινα στοιχεία για να βρούμε τον σωστό δρόμο που θα μας οδηγήσει στην γαλήνη της ψυχής, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι ο δρόμος της δοκιμασίας είναι εκείνος που θα μας οδηγήσει στην αιωνιότητα.
Διαλέγοντας το μονοπάτι της αρετής, της ηθικής, της συνείδησης και της αγάπης γινόμαστε οι μικροί σοφοί της ύπαρξής μας.
Μέσα από τη γνώση θα αναπτυχθούμε και μέσα από την αυτογνωσία θα εναρμονιστούμε με τους συμπαντικούς ρυθμούς.
Στο πνευματικό φως οδηγούμεθα μέσα από τα δύσβατα μονοπάτια της αυτογνωσίας αλλά και της αυτοκριτικής.
Είναι προτιμότερο να μην έχουμε την αίσθηση της δυστυχίας όταν κάποιο από τα ελαττώματα μας έρχεται στο φως. Διότι μετουσιώνοντας το, βρισκόμαστε σε θέση να χτίσουμε στην σωστή και σταθερή βάση τον νέο μας εαυτό, λαμπερό και ευτυχισμένο.
Μέσα από την αρμονία του ψυχικού μας κόσμου οι αποκαλύψεις για το Ανώτερο Εγώ μπορούν να μας φέρουν μία μεγάλη ελπίδα και να αυξήσουν το θάρρος μας μπροστά στις δυσκολίες.
Έτσι δεν θα αισθανόμαστε δυστυχισμένοι, ασήμαντοι ή χαμένοι. Θα είμαστε πραγματικά ελεύθεροι. Διότι η ελευθερία ανήκει στον άνθρωπο που είναι απαλλαγμένος από την τυραννία των ελαττωμάτων και των παθών του καθώς επίσης και από την δουλεία της πλάνης και της προκατάληψης.
Διατηρώντας τα αρμονικά δεδομένα που αποκτούμε ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια της γνώσης, αυτό που ευχόμαστε ειλικρινά με θέρμη, αυτό και θα αποχτήσουμε. Διότι σύμφωνα με τους νόμους της ζωντανής φύσης κάθε τι που ο άνθρωπος εύχεται φλογερά, δίκαια και συνεχώς, το αποκτά.
Αυτός που επιθυμεί την πνευματική ομορφιά την αποκτά μετουσιώνοντας όλες τις δυσαναλογίες του εσωτερικού του κόσμου. Αυτός που αγαπά την δύναμη, αλλά μία δύναμη που παντού διορθώνει, θεραπεύει, γαληνεύει και βελτιώνει τον εαυτό του και τους ανθρώπους, μία δύναμη που φέρνει παντού την αρμονία, θα την αποχτήσει. Αυτός που αγαπά το ωραίο ξέρει να βλέπει ότι είναι όμορφο , και αυτό γίνεται επειδή έχει την ομορφιά μέσα του και επειδή ο κόσμος είναι ένας καθρέφτης που ξαναστέλνει σε κάθε άνθρωπο την αντανάκλαση του.
Η μόνη διαφορά είναι ότι άλλοι το κατορθώνουν νωρίτερα, άλλοι αργότερα και αυτό εξαρτάται από την βούληση του ατόμου. Όμως υπάρχουν και άλλοι που για κάποιο λόγο δεν αγωνίζονται για τίποτα, για κανένα σκοπό και που ίσως στο βάθος θα το ήθελαν, όμως η αδύναμη βούληση δεν τους το επιτρέπει. Για αυτούς αφιερώνεται ο επίλογος:
«Αν δεν μπορείς να αγαπήσεις μην σπέρνεις μίσος, γιατί οι άνθρωποι έχουν καρδιά και ίσως κάπου είναι δοσμένη. Αν δεν μπορείς να γελάσεις προσπάθησε να μείνεις στην άκρη, γιατί οι άλλοι γελούν και είναι κρίμα να σταματήσουν. Αν δεν μπορείς να τραγουδήσεις μην κλαις κοντά στο πεζοδρόμιο, γιατί η κιθάρα παίζει και όλοι ακολουθούν τη μουσική της. Αν δεν μπορείς να κοιτάξεις τον Ήλιο, μην βάζεις τα χέρια σου στα μάτια των άλλων, γιατί αυτοί ψάχνουν το Φως και θα ήταν κρίμα να τους το στερήσεις. Αν δεν μπορείς να ζήσεις μη βάζεις πέτρα στο λαιμό, γιατί οι άλλοι ίσως κλάψουν και το μαύρο δεν ταιριάζει στην μάνα. Αν δεν μπορείς να κάνεις τίποτα από όλα αυτά προσπάθησε να χαθείς μέσα στο πλήθος, να σε σκεπάσουν τα άλλα κορμιά, να ξεχαστείς όπως και οι άλλοι. Ίσως έτσι σε βοηθήσουν να προχωρήσεις, εκτός και αν δεν το θέλεις» .